Του Κώστα Ράπτη
Η επίσκεψη του Jacob Lew στην Αθήνα ήρθε να υπενθυμίσει το αμερικανικό ενδιαφέρον για τον δοκιμαζόμενο ευρωπαϊκό Νότο, τον οποίο η Ουάσιγκτον δεν προτίθεται να εκχωρήσει ως πεδίο αποκλειστικής δραστηριοποίησης στο Βερολίνο.
Ενδιαφέρον, που δεν περιορίζεται στην οικονομική διάσταση της ελληνικής κρίσης και τους διεθνείς κραδασμούς από έναν ενδεχόμενο “εκτροχιασμό” της, αλλά περιλαμβάνει, ιδίως για τις ΗΠΑ, μια διάσταση γεωπολιτική, την οποία υπογραμμίζουν οι ραγδαίες εξελίξεις στη νότια ακτή της Μεσογείου – αυτές, που σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις έφεραν και την υπερατλαντική επίσκεψη Σαμαρά τον Αύγουστο.
Όμως το πώς αντιλαμβάνεται η υπερδύναμη τις στρατηγικές της προτεραιότητες στην περιοχή περιγράφεται χωρίς περιστροφές από έναν μέχρι πρότινος πρωταγωνιστή της αμερικανικής “στρατιωτικής διπλωματίας” και μάλιστα με... Greek connection: τον ναύαρχο ε.α. James Stavridis, ο οποίος τον Μάιο εγκατέλειψε τη θέση του στρατιωτικού διοικητή του ΝΑΤΟ (SACEUR) για να αναλάβει κοσμήτορας της Fletcher School of Law and Diplomacy στο Πανεπιστήμιο Tufts, καθώς και την προεδρία του U.S. Naval Institute.
Σε άρθρο του στην ιστοσελίδα του γνωστού περιοδικού Foreign Policy, υπό την εναρκτήρια φράση “Χρειαζόμαστε μια στρατηγική για την Ανατολική Μεσόγειο”, ο Stavridis εξορκίζει την “κόπωση” των Αμερικανών από τη Μέση Ανατολή, η οποία στα μάτια των περισσότερων συμπατριωτών του αποτελεί μιαν αθεράπευτη εστία κρίσεων.
Ωστόσο, επισημαίνει ο Stavridis η “αποδέσμευση” των ΗΠΑ από την περιοχή θα αποτελούσε τεράστιο λάθος. Όπως συνέβαινε και με τα Βαλκάνια το 1914, παραμονές του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η Ανατολική Μεσόγειος σήμερα είναι ένας σωρός “προσάναμμα”, έτοιμος να πυροδοτήσει μια μεγαλύτερη έκρηξη. Όμοια με τη σφαίρα που στέρησε τη ζωή του Αρχιδούκα Φερδινάνδου, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τί θα μπορούσε να διευρύνει τη σύγκρουση, αλλά σίγουρα η πιθανότητα αυτή δεν πρέπει να αγνοηθεί.
Οι συγκρούσεις Σουνιτών και Σιιτών βράζουν. Στις παλιές πηγές έντασης έχουν προστεθεί και νέες, κυρίως για τα κοιτάσματα φυσικού αερίου που διεκδικούνται από το Ισραήλ, την Κύπρο, την Τουρκία, τη Συρία, τον Λίβανο και τη Λωρίδα της Γάζας. Η παρουσία των μεγάλων δυνάμεων είναι εντονότερη από ποτέ, με τις ΗΠΑ και τη Ρωσία να πραγματοποιούν τακτικά ναυτικές ασκήσεις και τα πολεμικά πλοία της Κίνας και της Ινδίας να έχουν κάνει επίσης την εμφάνισή τους στην Ανατολική Μεσόγειο.
Ο εμφύλιος πόλεμος της Συρίας αποτελεί το “σημείο μηδέν” όπου αντιπαρατίθενται από τη μια το Ιράκ, η Ρωσία και η Κίνα και από την άλλη οι ΗΠΑ, οι αραβικές μοναρχίες και το πλείστον των χωρών του ΝΑΤΟ. Η “σπίθα” θα μπορούσε να έρθει από μια εμπλοκή μεταξύ στρατιωτικών πλοίων, από μία τρομοκρατική ενέργεια της Χεζμπολλάχ ή από μία επίθεση με χημικά όπλα στη Συρία ή ακόμη και στην Ευρώπη.
Κατά τον ναύαρχο Stavridis, στην περίπλοκη αυτή περιοχή του κόσμου, που αγγίζει το ισχυρότερο σύστημα συμμαχιών των ΗΠΑ, δηλ. το ΝΑΤΟ, θα πρέπει να ξεδιπλωθεί μία στρατηγική με τέσσερα σκέλη.
Το πρώτο είναι η ενίσχυση των στρατιωτικών δεσμών με τον στενότερο σύμμαχο των ΗΠΑ στην περιοχή, ήτοι το Ισραήλ (που με το σύστημα πληροφοριών του μπορεί να διευκολύνει την ερμηνεία την εξελίξεων), και ταυτόχρονα η διατήρηση των σχέσεων συνεργασίας με τις ένοπλες δυνάμεις της Τουρκίας (όπου ο αγώνας ενάντια στο κουρδικό αποσχιστικό κίνημα είναι κοινός) της Ιορδανίας και της Αιγύπτου. Ο ναύαρχος Stavridis στέκεται ιδιαίτερα στη στρατιωτική διπλωματία που αναπτύσσουν οι διοικητές των αμερικανικών commands (όπως ο ίδιος) και στους δεσμούς με τους ομολόγους του που διατηρούν και μετά την αποστράτευσή τους, καθώς και στην “πρόσβαση” και τη “μόχλευση” στις ένοπλες δυνάμεις των άλλων χωρών που προσφέρουν τα αμερικανικά προγράμματα ανταλλαγών, επισκέψεων, στρατιωτικής εκπαίδευσης, ανταλλαγής πληροφοριών, εξοπλισμών και κοινών ασκήσεων.
Το δεύτερο είναι η καλλιέργεια της πολυμερούς διπλωματίας, π.χ. με τη συνέχιση των προσπαθειών για τη σύγκληση της Διάσκεψης “Γενεύη 2” για τη συριακή κρίση (ενώ θα συνεχίζεται η πολιτικο-οικονομική και στρατιωτική ενίσχυση της συριακής αντιπολίτευσης με στόχο την πτώση του καθεστώτος Assad). Ομοίως πρέπει να συνεχισθούν οι προσπάθειες του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών John Kerry ως προς την ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση. Οι ΗΠΑ θα πρέπει να συνεργασθούν με τη Σαουδική Αραβία για την “επόμενη μέρα” στην Αίγυπτο, καθώς η ανατροπή του ισλαμιστή προέδρου Morsi δείχνει να απηχεί το λαϊκό αίσθημα των Αιγυπτίων. Κλειδί θα αποτελέσει μεσοπρόθεσμα η τουρκο-αιγυπτιακή σχέση, ενώ η εξεύρεση δεσμών αυτών των δύο πλευρών με το Ισραήλ είναι προς το αμερικανικό συμφέρον.
Το τρίτο είναι η δραστηριοποίηση στον χώρο των στρατηγικών επικοινωνιών: μολονότι οι ΗΠΑ ποτέ δεν θα είναι σε θέσει να ελέγξουν πλήρως τη ροή των πληροφοριών η χρήση του κυβερνοχώρου και των social media μπορεί να προωθήσει την αμερικανική ατζέντα για τη συλλογή πληροφοριών, την ενδυνάμωση της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου και την προβολή προς το αραβικό “πεζοδρόμιο” της εικόνας των ΗΠΑ ως μέρους δημιουργικών λύσεων.
Τέταρτη, τέλος, είναι η διαχείριση των ναυτικών και εμπορικών συγκρούσεων που αναμένεται να ξεσπάσουν και η εμπέδωση μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Κρίσιμη θεωρείται η διατήρηση της επαφής με το πολεμικό ναυτικό των άλλων πλευρών και η συγκέντρωση όλων των εμπλεκόμενων πλευρών σε fora, όπως ο Μεσογειακός Διάλογος του ΝΑΤΟ ή το Στρατηγικό Συμπόσιο του Ναυτικού των ΗΠΑ στο Νιούπορτ αυτό το φθινόπωρο.
Πηγή: Kεφάλαιο
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου