Το Newspeak (‘Νέα Ομιλία’) είναι η πλασματική γλώσσα που περιγράφεται στο δυστοπικό μυθιστόρημα φαντασίας του George Orwell «1984» ή «Χίλια Εννιακόσια Ογδόντα Τέσσερα», όπωςέμεινε γνωστό (Nineteen Eighty-Four)*. Πρόκειται για μια ελεγχόμενη γλώσσα που δημιουργήθηκε από το ολοκληρωτικό κράτος του «Μεγάλου Αδελφού» ως ένα εργαλείο για να περιορίσει την ελεύθερη σκέψη και τις έννοιες που για το καθεστώς αποτελούν «απειλή», όπως η ελευθερία, η ατομικότητα, η ειρήνη κλπ. Οποιαδήποτε μορφή διαφορετικής σκέψης από αυτήν που κατασκεύασε το «κόμμα» ταξινομείται ως "thoughtcrime", δηλ. «έγκλημα σκέψης».
Το Newspeak εξηγείται στα κεφάλαια 4 και 5 του βιβλίου. Η γλώσσα μοιάζει να είναι η αγγλική, αλλά έχει ένα πολύ πιο περιορισμένο και συνεχώς μεταβαλλόμενο λεξιλόγιο. Συνώνυμες και αντίθετες έννοιες, μαζί με ανεπιθύμητες έννοιες έχουν εξαλειφθεί. Ο στόχος είναι ο κάθε υπήκοος του καθεστώτος να μιλάει αυτή τη γλώσσα έως το έτος 2050 (η ιστορία διαδραματίζεται στο έτος 1984 - εξού και ο τίτλος). Κάποιοι όμως, (οι 'proles', η εργατική τάξη) ακόμα μιλάνε την παλαιά γλώσσα, το λεγόμενο ‘Oldspeak’.
Μορφές του Νewspeak, όπως ‘Ingsoc’ (το κυβερνών κόμμα) και‘Minitrue’ («το υπουργείο Αλήθειας»), είναι εμπνευσμένες από τις συλλαβικές συντμήσεις στα ρωσικά που χρησιμοποιούνταν στην ΕΣΣΔ, όπως ‘politburo’ (Πολιτικό Γραφείο), Κομιντέρν(Κομμουνιστική Διεθνής), κολχόζ (τύπος σοβιετικής γεωργικής συνεταιριστικής επιχείρησης) και Κομσομόλ ( Ένωση Νέων Κομμουνιστών), πολλές από τις οποίες έγιναν μέρος του λεξιλογίου των κομμουνιστών και σε άλλες χώρες. (Διάβασε και:Ο Snowden, ο Orwell και η ακατονόμαστη προέλευση του κράτους παρακολούθησης).
Σύμφωνα με τον Όργουελ, «ο σκοπός του Newspeak δεν ήταν μόνο να παρέχει ένα μέσο έκφρασης για την κοσμοθεωρία και τις ψυχικές συνήθειες «κατάλληλες» για τους θιασώτες του IngSoc, αλλά για να καταστήσει κάθε άλλο τρόπο σκέψης αδύνατο. Το λεξιλόγιο του Newspeak ήταν έτσι κατασκευασμένο ώστε να δίνει ακριβή και συχνά πολύ λεπτή έκφραση σε κάθε έννοια που θα μπορούσε ένα μέλος του κόμματος να εκφράσει «σωστά», ενώ θα απέκλειε κάθε άλλη έννοια, αλλά και τη δυνατότητα να έρθει σε αυτό με έμμεσο τρόπο».
Το Newspeak σχεδιάστηκε προσεκτικά για να περιορίσει το εύρος σκέψης των «υπηκόων» και τελικά να τους κάνει μικρόνοες και… βλάκες:
«Μια ‘αιρετική’ σκέψη ... θα πρέπει να είναι κυριολεκτικά αδιανόητη, τουλάχιστον καθόσον η σκέψη εξαρτάται από τις λέξεις»,λέει ο Όργουελ.
Και φυσικά, η σκέψη, εξαρτάται πράγματι, κατά πολύ, από τις λέξεις και τις έννοιες. Πολλοί είναι αυτοί που ισχυρίζονται ότι η ίδια η σκέψη είναι απότοκη των λέξεων που χρησιμοποιούμε.
Οι λέξεις επίσης, είναι στο επίκεντρο των πολιτικών μαχών, όχι μόνο επειδή είναι απαραίτητες για την ορθολογική σκέψη, αλλά και επειδή μπορεί να εξαλείψουν την ορθολογική σκέψη.
Έτσι στην ουσία όταν μιλάμε για Newspeak, μιλάμε για έλεγχο σκέψης. Ο τρόπος που «μας μαθαίνουν» να μιλάμε, ή μας αναγκάζουν να μιλάμε, σταδιακά μεταβάλλει και τον τρόπο που σκεφτόμαστε! Πρόκειται για ένα πολύ πονηρό σχέδιο, από εκείνους που ξέρουν καλά πώς να χειραγωγούν τις μάζες, χωρίς να τις «εξαγριώνουν», με παλαιού τύπου «χούντες» και «επιτροπές λογοκρισίας».
Σήμερα, στην ‘πολιτικά ορθή’ Δύση (και φυσικά και στην πατρίδα μας), οι λέξεις «ρατσιστής», «φασίστας» ή και «ναζί» (ή «νεοναζί» ανάλογα), είναι σε ευρεία χρήση και ξεστομίζονται με μεγάλη ευκολία, σχεδόν σε ρυθμό πολυβόλου, εναντίον οποιουδήποτε δεν συμφωνεί με το «καθεστώς». Και το καθεστώς αυτό άσχετα αν ονομάζεται «δεξιό», «κεντροδεξιό», «σοσιαλιστικό», «αριστερό», ή «κεντροαριστερό», είναι ξεκάθαρο ότι προωθεί και προσπαθεί να επιβάλλει στους ιθαγενείς την πολυπολιτισμικότητα, την «διαφορετικότητα», ως εκ τούτουσυμπλέγματα ενοχής για την εθνική/πολιτιστική ταυτότητα και τελικά την απώλεια κάθε ταυτότητας, ώστε οι λαοί να χωνέψουν καλύτερα την πολυπόθητη παγκοσμιοποίηση και τη εξαγγελλόμενη νέα παγκόσμια τάξη.
Όλα αυτά βέβαια δεν μπορούν να επιτευχθούν σε συμπαγείς, ομοιογενείς κοινωνίες. Μπορούν όμως να επιτευχθούν μέσω της μαζικής λαθρομετανάστευσης και της σταδιακής δημογραφικής αλλοίωσης.
Όπως διαπίστωσε στην σοκαριστική έρευνά του ο καθηγητής πολιτικών επιστημών του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, Ρόμπερτ Πάτνα, (ο οποίος ήταν θερμός υποστηρικτής του πολυπολιτισμικού μοντέλου!) οι "καρποί" των πολυπολιτισμικών κοινωνιών, είναι η απομόνωση, η απάθεια, η αδιαφορία και ηέλλειψη κοινωνικής συνοχής. Ό,τι πρέπει δηλαδή για τους θιασώτες της νέας παγκόσμιας τάξης!
Το μόνο πρόβλημα, η μόνη παραφωνία, φαίνεται να είναι οι… «ρατσιστές». Η λέξη βλέπετε, έχει χάσει το νόημά της. Έχει γίνει του «συρμού». Κάποτε ακούγαμε «ρατσιστές» και το μυαλό μας πήγαινε στο Απαρτχάιντ ή στην Κου Κλουξ Κλαν. Σήμερα ο ένας Έλληνας κατηγορεί τον άλλο ως «ρατσιστή»! Και όταν η συζήτηση πάει στο «καυτό» θέμα της (λαθρο)μετανάστευσης, ο ένας συνομιλητής πρέπει πριν πει τη γνώμη του, να δηλώσει στον άλλον συνομιλητή, ότι… δεν είναι «ρατσιστής». «Μην με θεωρήσεις ρατσιστή, αλλά εγώ πιστεύω…» είναι η απαραίτητη εισαγωγή.
Φυσικά, όσες προσπάθειες και να κάνει, τελικά, την ταμπέλα του «ρατσιστή» δύσκολα θα την αποφύγει.
Έτσι, χωρίς να το καταλάβουμε, γέμισε η χώρα «ρατσιστές» και «αντιρατσιστές». Η παράνοια αυτή έχει οδηγήσει σε διάφορα ευτράπελα. Έτσι ο ‘πολύς’ Ντάνιελ Κον Μπεντίτ, αποκάλεσεμέσα στο Ευρωκοινοβούλιο «ρατσιστές», εκείνους τους Ευρωβουλευτές (κεντροδεξιούς!) που ανέβαλαν την ψηφοφορία για την επέκταση της τελωνειακής ένωσης της Τουρκίας με την ΕΕ. «Ρατσιστή» αποκάλεσε ο πρόεδρος των Μουσουλμάνων Ελγαντούρ τον πρωθυπουργό Σαμαρά! Η Κανέλλη είπε τον Άδωνι Γεωργιάδη «φασίστα». Και πάει λέγοντας.
"Φασίστες" και "αντιφασίστες" σε χαρούμενο ενσταντανέ κατά την παρουσίαση βιβλίου για τους.. πιο "φασίστες" |
Τώρα όμως, οι «φασίστες» συνεργάζονται με τους «αντιφασίστες» και οι «ρατσιστές» με τους «αντιρατσιστές», γιατί μπροστά τους βγήκαν πιο… «φασίστες» και πιο «ρατσιστές». Αύριο όλα αυτά βέβαια, μπορεί να ξανά-αλλάξουν, γιατί σημασία έχουν οι εντυπώσεις, τα σλόγκαν και η καλλιέργεια ενοχικών συμπλεγμάτων. Πες πες, κάτι θα μείνει.
Με την μέθοδο αυτή, όποιος δεν συμφωνεί με το σύστημα και φοβάται μην τον πουν «φασίστα» ή «ρατσιστή», θα πάψει να σκέφτεται «φασιστικά» και «ρατσιστικά» και θα πάψει να μιλάει «φασιστικά» και «ρατσιστικά». Π.χ. είναι ζήτημα χρόνου η λέξη «λαθρομετανάστης», να θεωρηθεί ‘Oldspeak’. Όποιος την ξεστομίζει θα στιγματίζεται ως «ρατσιστής». Ίσως και όποιος λέει τις λέξεις «έθνος», «πατρίδα» ή ακόμα και «ελληνικός λαός». Δεν έχετε παρατηρήσει ότι τα τελευταία χρόνια οι πολιτικοί απευθύνονται στους «πολίτες». «Πρώτα ο πολίτης», λένε τα σλόγκαν τους. Ένα σύνθημα του στυλ «πρώτα ο Έλληνας» είναι σαφώς «ρατσιστικό» και πιθανόν να επισύρει ποινές.
Το να κατηγορεί σήμερα κάποιος τον άλλον για «ρατσισμό», δεν είναι πλέον επειδή εκφράζει κάποιο συγκεκριμένο συλλογισμό, ή πολύ περισσότερο γιατί ο άλλος έχει εκδηλώσει το «μίσος» του (άλλη φράση κλισέ της εποχής μας) για κάποιο λαό ή φυλή, αλλά το κάνει απλώς και μόνο για να δηλώσει την νίκη του πάνω στο «θύμα» του και να ανακηρύξει τον εαυτό του νικητή. Ζούμε βλέπετε, στην εποχή της καταδίκης των πάσης φύσεως «ρατσιστών» και στον θρίαμβο των «αντιρατσιστών»
Στο βιβλίο του ‘Racism, Schmacism: How Liberals Use the "R"Word to Push the Obama Agenda’, ο Αμερικάνος ‘παλαιοσυντηρητικός’ James Edwards, εξετάζει την σύγχρονη χρήση της λέξης «ρατσισμός» στις ΗΠΑ του Ομπάμα και ισχυρίζεται ότι η λέξη «ρατσιστής» έχει χάσει το εννοιολογικό της περιεχόμενο :
«Δεν έχει σημασία αν δεν μισείτε κάποιον ή αν πιστεύετε ότι όλοι οι άνθρωποι πρέπει να αντιμετωπίζονται ισότιμα από το νόμο και πολιτισμένα από τον συνάνθρωπό τους, ανεξάρτητα από το χρώμα του δέρματός του». Ο ορισμός του «ρατσιστή» έχει γίνει κάτιπολύ απλό :
«Έχει γίνει όλο και πιο εμφανές, εδώ και χρόνια τώρα ότι «ρατσιστής» δεν σημαίνει κάποιος που μισεί τα μέλη άλλων φυλών και θέλει να τους βλάψει (φυσικά η πλειοψηφία του κόσμου θεωρεί - ή την έμαθαν να θεωρεί – ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει μόνο με τους λευκούς ανθρώπους. Οι άλλες φυλές είναι αδύνατον να σκέφτονται έτσι). Αντίθετα ο «ρατσιστής» έχει γίνει μια φυλετική προσβολή που απευθύνεται σε λευκούς γηγενείς ως «ντροπή» για τον τρόπο που ψηφίζουν, που πιστεύουν ή που συμπεριφέρονται. Με άλλα λόγια, όλοι αυτοί οι «προοδευτικοί», φιλελεύθεροι λευκοί και μη λευκοί, χρησιμοποιούν τη λέξη για να "μας κρατάνε στη θέση μας" και, μα την αλήθεια, τα καταφέρνουν μια χαρά!"
«Αν δεν αρχίσουμε να ανταποδίδουμε τα χτυπήματα και δεν επιμείνουμε στο δικαίωμά μας να γελοιοποιούμε, να σατιρίζουμε και να κοροϊδεύουμε κάθε πολιτικό με τον οποίον διαφωνούμε, ανεξαρτήτου χρώματος, τότε δεν θα χάσουμε μόνο το πολύτιμο δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου, αλλά θα καταστούμε και πολιτικά αδύναμοι .... Δεν πρόκειται για καλούς τρόπους και ευγένεια, αλλά για μια ψεύτικη δικαιολογία των ελεγχόμενων από τους αριστερούς και τους φιλελεύθερους media για να δικαιολογήσουν τις επιθέσεις τους κατά της ελευθερίας του λόγου μας. Θέλουν να παραλύσουν τους συντηρητικούς κάνοντας μας να αισθανόμαστε ενοχές και ντροπή για την γνώμη μας και επειδή διαφωνούμε με ένα μη λευκό πολιτικό.... Ήρθε η ώρα να πούμε «δεν είμαι πια το ‘καλό παιδί’» και να αρχίσουμε να γελάμε μπροστά τους όταν μας λένε «ρατσιστές» λέει ο Edwards.
Και καταλήγει:
Όταν σε λένε «ρατσιστή» μην τρέξεις να αρνηθείς, να διαφωνήσεις. Μην προσπαθείς να αποδείξεις ότι, προς Θεού!, δεν είσαι ένας «ρατσιστής».
«Μόνο γέλα μπροστά στα πρόσωπά τους. Και πέρνα στην αντεπίθεση. Πες τους ότι είναι οι μειονοτικές ομάδες που θέλουν ρατσιστικές προτιμήσεις. Πες τους ότι αυτοί έχουν εμμονή με τη φυλή, και όχι με το τι είναι καλύτερο για τη χώρα μας».
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου