Η λιτότητα του ευρωπαϊκού Νότου χρησιμοποιείται ως όχημα για μια επικίνδυνη πορεία...
- Το δημοκρατικό έλλειμμα των θεσμών της Ε.Ε. δεν είναι τυχαίο. Σκοπός των θεσμών αυτών είναι η επιβολή στην Ευρώπη ενός καθεστώτος αμερικανικού τύπου.
- Η ευρωπαϊκή νομοθεσία για την ασφάλεια των τροφίμων και την προστασία της ιδιωτικής ζωής (προσωπικών δεδομένων) είναι εμφανώς στο στόχαστρο των αμερικανικών πολυεθνικών εταιρειών.
- Δεν υπήρξε, ούτε θα υπάρξει ποτέ, ψηφοφορία για τις υποχρεωτικές περικοπές στον προϋπολογισμό, τις οποίες καλούνται να εφαρμόσουν οι «εθνικές» κυβερνήσεις, ούτε ψηφοφορία για τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Ιστολόγιο Systemic Disorder
Απόδοση: Ας Μιλήσουμε Επιτέλους!
Η Ευρώπη δεν είναι έτοιμη να επαναστατήσει. Ή, ακριβέστερα, το ποσοστό συμμετοχής των Ευρωπαίων στις τελευταίες ευρωεκλογές (45%) δείχνει καθαρά ότι θεωρούν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αλυσιτελές. Η σχεδόν ανύπαρκτη ισχύς αυτού του κοινοβουλίου και η αντιδημοκρατική δομή των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκανε πολλούς πολίτες να δουν τις εκλογές αυτές απλά και μόνο ως ευκαιρία να ρίξουν μια ψήφο διαμαρτυρίας.
Ωστόσο, παρά την κρίση πανικού που προηγήθηκε, για την άνοδο διάφορων ακροδεξιών κομμάτων (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το σύστημα ανησύχησε ιδιαίτερα για το φαινόμενο), οι Ευρωπαίοι εξακολούθησαν να συντηρούν το μοντέλο της εναλλαγής των μεγάλων κομμάτων τους στην εξουσία. Στους δύο κύριους πόλους, της κεντροδεξιάς και της κεντροαριστεράς, περιλαμβάνονται σχεδόν όλα τα μεγάλα κόμματα και αποτελούν αθροιστικά το 54 % της ψήφου. Αν σε αυτό το ποσοστό συμπεριλάβουμε το ποσοστό του 8 % και κάτι που κέρδισαν οι φιλελεύθεροι στην 3η θέση, τότε προκύπτει ότι τα κόμματα της λιτότητας κέρδισαν μια ισχυρή πλειοψηφία.
Το συνολικό ποσοστό είναι περίπου 10 ποσοστιαίες μονάδες μικρότερο από εκείνο που απέσπασαν οι τρεις μεγαλύτερες ομάδες κομμάτων στις προηγούμενες εκλογές, του 2009, αλλά δεν παύει να είναι μια άνετη πλειοψηφία.
Η Αριστερά σημείωσε μια ανέλιξη, αλλά όχι τόση όση είχαν προβλέψει κάποιοι.
Οι Πράσινοι στην 4η θέση και η Ευρωπαϊκή Ενωτική Αριστερά στην 6η αντιστοιχούν συνολικά στο 13 % της ψήφου, ποσοστό κατά πολύ υψηλότερο από εκείνο που συγκέντρωσαν τα ακροδεξιά κόμματα, παρά την έντονη προβολή του Κόμματος Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου (Νάιτζελ Φαράζ), του Εθνικού Μετώπου της Γαλλίας (Μαρί Λε Πεν) και του Λαϊκού Κόμματος της Δανίας. Στην Ελλάδα, ο ΣΥΡΙΖΑ (Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς) κατέλαβε την πρώτη θέση. Στην Ισπανία η Ενωμένη Αριστερά και το Podemos – ένα κόμμα που ιδρύθηκε πριν από πέντε μήνες και οργανώθηκε από το κίνημα διαμαρτυρίας των «Αγανακτισμένων» – απέσπασε συνολικά το 18 % της ψήφου, όπως συνέβη και με τα κόμματα της Αριστεράς στην Πορτογαλία.
"Διάβολοι μας κυβερνούν, αλλά αφού τους συνηθίσαμε, τους κρατάμε"
Παρ' όλα αυτά, το γεγονός παραμένει ότι όσοι απείχαν από την διαδικασία απαρτίζουν την πλειοψηφία του ευρωπαϊκού εκλογικού σώματος. Και εκείνοι που πήγαν να ψηφίσουν ψήφισαν μια από τα ίδια, έστω και αν στις περισσότερες χώρες το ένα μεγάλο κόμμα αντικατέστησε το άλλο μεγάλο κόμμα. Αυτό το «μια από τα ίδια» θα πρέπει κανονικά να μας προκαλεί ανησυχία, σε μια φάση που ο γενικός δείκτης ανεργίας στην ΕΕ είναι στο 11,8 %, αγγίζει δηλαδή σχεδόν το ποσοστό ρεκόρ του 12 % του Μαρτίου του 2013. Η ανισότητα, αν και κάπως μικρότερη από εκείνη που κυριαρχεί στις Ηνωμένες Πολιτείες, έχει αρχίσει να αυξάνεται ολοένα τις τρεις τελευταίας δεκαετίες.
Επιπλέον, οι τρεις μεγαλύτερες ομάδες κομμάτων, συν μια μικρή ομάδα της δεξιάς που συμπεριλαμβάνει το Συντηρητικό Κόμμα της Βρετανίας, έχουν δεσμευτεί για τη Διατλαντική Εταιρική Σχέση Συναλλαγών και Επενδύσεων (TTIP) (γνωστή και ως «Οικονομικό ΝΑΤΟ»), μια συμφωνία «ελεύθερου εμπορίου» της οποίας οι όροι είναι αντικείμενο μυστικών διαπραγματεύσεων μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ, με την ένθερμη υποστήριξη των πολυεθνικών και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.
Το δημοκρατικό έλλειμμα των θεσμών της Ε.Ε. δεν είναι τυχαίο. Σκοπός των θεσμών αυτών είναι η επιβολή στην Ευρώπη ενός καθεστώτος αμερικανικού τύπου.
Δεν υπήρξε, ούτε θα υπάρξει ποτέ, ψηφοφορία για τις υποχρεωτικές περικοπές στον προϋπολογισμό, τις οποίες καλούνται να εφαρμόσουν οι «εθνικές» κυβερνήσεις, ούτε ψηφοφορία για τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Κάθε φορά που δίνεται μια νέα δόση δανείου προς την Ελλάδα από τα «ιδρύματα» της Ε.Ε., το ποσό δεν καταλήγει στους Έλληνες, αλλά περνά μέσω της ελληνικής κυβέρνησης στα χέρια των γαλλικών και γερμανικών τραπεζών.
Έτσι δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι, από τις 127 μυστικές συνεδριάσεις για το «Οικονομικό ΝΑΤΟ», στις 119 τουλάχιστον ήταν παρόντες εκπρόσωποι μεγάλων πολυεθνικών και άλλων ομάδων συμφερόντων, ενώ η πληροφορία αυτή διέρρευσε μόνον εξαιτίας μιας έρευνας που διεξήγαγε το Παρατηρητήριο Επιχειρηματικής Ευρώπης (Corporate Europe Observatory).
Η ευρωπαϊκή νομοθεσία για την ασφάλεια των τροφίμων και την προστασία της ιδιωτικής ζωής (προσωπικών δεδομένων) είναι εμφανώς στο στόχαστρο των αμερικανικών πολυεθνικών εταιρειών. Οι Ευρωπαίοι μεγαλοεπιχειρηματίες συμφωνούν με τους Αμερικανούς ομολόγους τους ότι οι εμπορικοί κανόνες πρέπει να «εναρμονιστούν», γεγονός που σημαίνει ότι επιδιώκουν την «εναρμόνισή» τους με τις χαμηλότερες προδιαγραφές. Και αυτή είναι μία μόνο πτυχή του ευρύτερου σχεδίου της νεοφιλελεύθερης λιτότητας, για την οποία τα κεντροαριστερά κόμματα της Ευρώπης έχουν δεσμευθεί, όπως και τα κεντροδεξιά κόμματα, όπως ανακάλυψαν κατόπιν εορτής όσοι Γάλλοι ψηφοφόροι έφεραν τον Φρανσουά Ολάντ στην ηγεσία της χώρας τους. Στη Γερμανία τον ίδιο ρόλο ανέλαβε το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, μέσω της ψήφισης της «Ατζέντας 2010», η οποία θεσμοθέτησε την λιτότητα και εκεί. Το λεγόμενο «γερμανικό θαύμα» επιτεύχθηκε χάρη στις περικοπές μισθών των Γερμανών εργαζομένων για μια δεκαετία.
Η δύναμη της κάλπης έχει τα όριά της
Το υψηλό ποσοστό αποχής και το συνολικά μειωμένο ποσοστό ψηφοφορίας υπέρ των μεγάλων κομμάτων δείχνουν ότι οι Ευρωπαίοι δεν ανέχονται άλλο την οικονομική τελμάτωση, τα υψηλά ποσοστά ανεργίας και της αμείλικτη λιτότητα που τους επιβάλλουν οι ανεύθυνοι, αντιδημοκρατικοί υπερεθνικοί θεσμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παρ’ όλα αυτά, σε ελάχιστες χώρες, όπου η λιτότητα έχει διαρρήξει τον κοινωνικό ιστό, διακρίνουμε κάποιες φωνές διαμαρτυρίας μέσω νέων κινημάτων.
Οι ψηφοφόροι που μπήκαν στον κόπο να ψηφίσουν για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι σαφές ότι δεν έχουν ακόμα εξαντληθεί από τα πολιτικά και οικονομικά τους συστήματα και αρκούνται, ως επί το πλείστον, στην εναλλαγή των «κομματικών δεινόσαυρων» στην εξουσία. Παρά το γεγονός ότι το σύνολο της ψήφου υπέρ των ακροδεξιών κομμάτων δεν ήταν, σε γενικές γραμμές, τόσο δραματικό όσο το παρουσίαζαν δημοσιεύματα πριν και μετά τις εκλογές, η θεαματική άνοδός τους σε κάποιες χώρες μεμονωμένα μας δείχνει κάτι, ειδικά καθώς παρατηρούμε τους Συντηρητικούς στην ηγεσία της Βρετανίας να δείχνουν όλο και πιο πρόθυμοι να οικειοποιηθούν ζητήματα από την προεκλογική ατζέντα του UKIP του Νάιτζελ Φαράζ, ενώ στη Γαλλία η Ένωση για ένα Λαϊκό Κίνημα κάνει το ίδιο με το Εθνικό Μέτωπο.
Τη στιγμή που δεν υπάρχει μια ενεργός Αριστερά, που να προσφέρει μια εναλλακτική λύση για τη θεσμική αποσύνθεση, είναι φυσικό να γεμίζουν το κενό αυτό κάποιοι «παρείσακτοι», προγράμματα που αποσκοπούν στην αποδυνάμωση οποιασδήποτε φωνής αντικρούει την εξουσία των εταιρειών, παιάνες για την επιστροφή σε ένα μυθολογικό παρελθόν, και η δυναμική της εθνικιστικής βίας, με χαρακτηριστική περίπτωση την Χρυσή Αυγή στην Ελλάδα. Ωστόσο, η αλλαγή των καπιταλιστικών μοντέλων δεν επιτυγχάνεται μέσω κοινοβουλευτικών ελιγμών, αλλά μέσα από οργανωμένα, μαχητικά λαϊκά κινήματα.
Δεν ζούμε ακόμη σε στυγνά δικτατορικά καθεστώτα. Υπάρχουν ακόμη περιθώρια, κάποια «παράθυρα» στα πολιτικά συστήματα που επιτρέπουν τη δυνατότητα μεταρρυθμίσεων. Μεταρρυθμίσεων ουσιαστικών, όπως αυτές που επιτεύχθηκαν στη δεκαετία του 1960 στην Ευρώπη και στη δεκαετία του 1930 στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά τα δημοκρατικά αυτά περιθώρια κλείνουν, με τους ολοένα ισχυρότερους μηχανισμούς κατασκοπείας και αστυνόμευσης, την κάθετη επιβολή μέτρων μέσω συμφωνιών του «ελεύθερου εμπορίου» και επιδοτήσεις που καταλήγουν στα χέρια της εύπορης επιχειρηματικής τάξης. Σε αυτά, θα πρέπει να συνυπολογίσουμε το γεγονός ότι κάποιες μεταρρυθμίσεις που γίνονται αναιρούνται αργότερα, γεγονός που μας αναγκάζει να τις ερμηνεύουμε ως μέσα για την επίτευξη ευρύτερων στόχων, και όχι ως αυτοσκοπούς.
Το μόνο περιθώριο που αφήνουν οι κυβερνήσεις και τα θεσμικά όργανα των «ώριμων» καπιταλιστικών χωρών είναι η επιβολή ενός ενισχυμένου ανταγωνισμού που συνθλίβει τους ασθενέστερους. Δεν υπάρχει ούτε κατά διάνοια ένα μοντέλο πολιτικής – σίγουρα όχι με την εναλλαγή ενός ολιγαρχικού κόμματος με ένα άλλο στην εξουσία – που να μπορεί να δώσει λύση στη δομική κρίση του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος.
Οι πρόσφατες ευρωεκλογές παρουσιάζουν ένα κάποιο ενδιαφέρον ως βαρόμετρο της κοινής γνώμης, αλλά δεν σημαίνουν τίποτε άλλο. Ένας αυξανόμενος αριθμός πολιτών (αλλά όχι τόσο μεγάλος ώστε να επιδρά αποφασιστικά) σηματοδοτεί μια γενική δυσαρέσκεια, αλλά, ενώ αρχίζουν να αποφασίζουν τι δεν θέλουν, αυτό που θέλουν δεν διαγράφεται με σαφήνεια.
Όμως, όπως όλοι γνωρίζουμε, η φύση απεχθάνεται τα κενά.
Πηγή: Ας Μιλήσουμε Επιτέλους!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου